- Κάτω Κεφάλα
- Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 310 μ., 23 κάτ.) στην πρώην επαρχία Κισσάμου του νομού Χανίων. Βρίσκεται στη μέση του νομού, 30 χλμ. ΝΔ της πόλης των Χανίων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βουκολιών.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek
κεφαλή — Το άνω άκρο του ανθρώπινου σώματος ή το πρόσθιο μέρος του σώματος των ζώων, όπου εδράζεται ο εγκέφαλος, η είσοδος του πεπτικού σωλήνα, τα αισθητήρια όργανα, περισσότερο ή λιγότερο τελειοποιημένα, καθώς και άλλες δομές, όπως οι τρίχες. Η κ. των… … Dictionary of Greek
φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ταφικά έθιμα αρχαιότητας — ΤΑΦΗ ΚΑΙ ΤΑΦΙΚΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Στοιχεία για τις ταφικές συνήθειες και πρακτικές του ανθρώπου υπάρχουν ήδη από την Παλαιολιθική εποχή, για τον άνθρωπο του Νεάντερταλ, σε σπήλαια της Ευρώπης και της Ασίας. Οι νεκροί ενταφιάζονταν σε διάφορες … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Κέας — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Κέας λειτουργεί από το 1980 στην Ιουλίδα και φιλοξενεί ευρήματα από τους σημαντικούς προϊστορικούς και ιστορικούς οικισμούς του νησιού. Το μουσείο ήταν κλειστό τα τελευταία χρόνια λόγω εργασιών συντήρησης του κτιρίου. Η… … Dictionary of Greek
Ierápetra — Gemeinde Ierapetra Δήμος Ιεράπετρας (Ιεράπετρα) DEC … Deutsch Wikipedia
αετομάχος — (lanius).Ονομασία γένους στρουθιομόρφων πουλιών της οικογένειας των λανιιδών. Ζουν στις εύκρατες περιοχές όλου του πλανήτη, εκτός από τη Νότια Αμερική. Βρίσκονται επίσης και σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Έχουν κυρτό και πολύ ισχυρό ράμφος,… … Dictionary of Greek
κέφαλον — κέφαλον, τὸ (Α) φρ. «ἐπὶ κέφαλα» με το κεφάλι προς τα κάτω. [ΕΤΥΜΟΛ. < Μεταπλασμένος τ. τού κεφαλή με αλλαγή γένους] … Dictionary of Greek
ψάθα — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ.), στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος, του νομού Αττικής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βιλλίων. * * * η, Ν 1. βοτ. κοινή ονομασία τού φυτού τύφη 2. είδος πλέγματος που κατασκευάζεται από τα στελέχη τού παραπάνω φυτού και… … Dictionary of Greek
ψαλίδα — Έντομο της οικογένειας των φορφικουλιδών της τάξης των δερματόπτερων, γνωστό επιστημονικά ως φορφικούλη η ωτική. Πρόκειται για αρπακτικό έντομο, που γεννά τα αβγά του στο έδαφος και τα προσέχει ώσπου να εκκολαφθούν. * * * η / ψαλίς, ίδος, ΝΜΑ,… … Dictionary of Greek